ΣΧΕΣΕΙΣ…ΚΑΙ ΧΩΡΙΣΜΟΙ..
Ένας κοινός τόπος του οποίου γίνομαι δέκτης από τις αφηγήσεις των θεραπευομένων μου είναι η ανάκληση στιγμιοτύπων θερμών παρελθοντικά, ενδεικτικών ότι αυτοί οι άνθρωποι -ο(η ) θεραπευόμενος(η) και αντίστοιχα ο(η) σύντροφός του- είχαν καταφέρει για πεπερασμένο διάστημα να συλλειτουργήσουν και να απολαύσει ο ένας τον άλλον.
Αυτό όμως που ξεχνούν ή συνηθέστερα δεν αντιλαμβάνονται, είναι ότι εάν εβλεπαν τη μεγάλη εικόνα θα κατανοούσαν το ανισόρροπο του πράγματος καθώς συχνά πυκνά ο σύντροφος δεν ήταν συστηματικα και με συνέπεια συναισθηματικά διαθέσιμος, παρα μόνο ευκαιριακά έκανε την εμφανισή του, πολλές φορές με ύπουλα σαγηνευτικό τρόπο, ώστε να κάνει τον (την) θεραπευόμενο (η) μου, να ενδώσει και να δώσει αυτό που ο επιτήδειος σύντροφος γυρεύει.
Και μιας και η κουβέντα έφτασε σε ζητούμενα από μεριάς συντρόφων, συνήθως ο επιτήδειος (ας ονομάσουμε έτσι το σύντροφο που δεν είναι συστηματικά συναισθηματικά διάθεσιμος, καθώς θύτης ακούγεται πιο σκληρό) γυρεύει την επιβεβαιώση ότι μπορεί να χειραγωγήσει (επιβεβαιώση ναρκισσισμού) και την ασφάλεια από έναν άνθρωπο που είναι καρτερικά εκεί και υπομένει.
Ενώ ο θεραπευόμενος μου γίνεται επαίτης της αγάπης και υπομένει τα πάντα προκειμένου να γευτεί έστω και στιγμιαία ένα χαμόγελο από τον επιτήδειο σύντροφο-ακόμα κι εάν αυτό είναι σμιλεμένο στην ναρκισσιστική μάσκα του τελευταίου. Το τελικό απότελεσμα είναι η ανισορροπία, και κυρίαρχα η έλλειψη σεβασμού , εκτίμησης , συνέχιζόμενης συνέπειας και αμοιβαιότητας. Κι εδώ έρχονται οι θεραπευόμενοι μου και μου λένε “μα γιατρέ εγώ τον(την ) αγάπησα..!!”. κι εκει δεν μπορω να μην σκεφτώ πολλά ψυχολογικά βιβλία ο τίτλος των οποίων συμπυκνώνεται στο Η ΑΓΑΠΗ ΜΟΝΟ ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ.
Εαν δε, ο θεραπευόμενος(η) παραμείνει για κάποιες συνεδρίες στη θεραπεία-για να μην πω ότι ήδη από την πρώτη επίσκεψη-διαφαίνεται ότι ο πατερας της θεραπευόμενης ή η μητερα του θεραπευόμενου ήταν εξίσου συναισθηματικά αδιάθετοι προς τον θεραπευόμενο μου όταν αυτός ήταν μικρός(η). Και βέβαια μάλλον το αρχετυπο της εσωτερικευμένης κανονικότητας του θεραπευόμενού μου είναι μία παρόμοια σχέση των γονιών του, όπου υπήρχε το κενό, το επιφανειακό , το επίπλαστο , η χειραγώγηση, η έλλειψη συνέπειας και σεβασμού.
Τελικά ο θεραπευόμενος (η) μετατρέπεται σε επαίτη αγάπης, φροντίδας, προσοχής. Ο επιτήδειος το οσμίζεται ευθύς εξαρχής, το παρέχει, παγιδεύει το “θύμα“ του που στη συνέχεια γίνεται η μαριονέτα του. Βεβαια και του επιτήδειου οι γονείς μάλλον μπορείτε να φανταστείτε τι είδους σχέσεις είχαν μεταξύ τους και με το παιδί τους (που αργότερα έγινε ο επιτήδειος της ιστορίας).
Κοντολογίς ο επιτήδειος και ο θεραπευόμενος είναι μάλλον και οι δυο θύματα της ζωής τους και της ασυνειδητης δύναμης που ωθεί και τους δύο στο να μην μπορέσουν να συνθέσουν σχέση εκτίμησης, σεβασμού, συναισθηματικού βάθους και συνέπειας… Το πιο τραγικό είναι ότι εάν χωρίσουν και δεν θεραπευτούν μάλλον θα αναπαράξουν παρόμοιες σχέσεις με τους επόμενους συντρόφους.
Εάν πάλι δεν χωρίσουν και κάνουν οικογένεια και παιδιά, μάλλον τα παιδιά τους θα συνεχίσουν το ίδιο ανισότιμο δρομολόγιο που τους θέλει να είναι είτε θύτες είτε θύματα, μη δυνάμενα να βρουν την ισορροπία..